Χωριό στα ουκρανικά
Μετάφραση: χωριό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
квоти, проходження, Організація проходження, Прохождение
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χωριό
χωρίο συνωνυμο, εκπτωτικό χωρίο, δασικό χωρίο, χωρίο sos, χωρίο της ειρήνης, χωριό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, χωριό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- χωράφι στα ουκρανικά - спостереження, бій, фонове, тло, поле, фон, полі
- χωρίζω στα ουκρανικά - розділитися, розділяти, конати, розділити, відділяти, поділяти, ділити, ...
- χωρίς στα ουκρανικά - всередині, без
- χωρίστρα στα ουκρανικά - краб, прощання
Τυχαίες λέξεις
Χωριό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: квоти, проходження, Організація проходження, Прохождение
Μεταφράσεις: квоти, проходження, Організація проходження, Прохождение