Αγαλματάκι στα πολωνικά
Μετάφραση: αγαλματάκι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
figurka, postawa, figurynka, posążek, statuetka, statuette, statuetkę, statuetki
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγαλματάκι
αγαλματάκι λεξικό γλώσσας πολωνικά, αγαλματάκι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αγαθό στα πολωνικά - towar, artykuł, dobry, dobro, dobre, dobra, dobrze
- αγαθός στα πολωνικά - udatny, urodzajny, ważny, atrakcyjny, odpowiedni, niezły, dobry, ...
- αγανάκτηση στα πολωνικά - krzyk, wrzawa, rozżalenie, hałas, przykrość, żal, przykrości, ...
- αγαπημένος στα πολωνικά - pupilek, drogi, ulubieniec, luby, beniaminek, kochany, pupil, ...
Τυχαίες λέξεις
Αγαλματάκι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: figurka, postawa, figurynka, posążek, statuetka, statuette, statuetkę, statuetki
Μεταφράσεις: figurka, postawa, figurynka, posążek, statuetka, statuette, statuetkę, statuetki