Αεροπλάνο στα πολωνικά
Μετάφραση: αεροπλάνο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
samolot, płaszczyzna, powierzchnia, płaszczyzny, plane
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αεροπλάνο
αεροπλάνο προσγειώθηκε 35 χρόνια μετά την εξαφάνιση του, αεροπλάνο malaysia airlines, αεροπλάνο malaysia, αεροπλάνο μαλαισιανών αερογραμμών, αεροπλάνο μαλαισίας, αεροπλάνο λεξικό γλώσσας πολωνικά, αεροπλάνο στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αεροναύτης στα πολωνικά - aeronauta, aeronaut, Wg aeronaut
- αεροπειρατεία στα πολωνικά - porwanie, porwać, porywać, uprowadzenie, porwania, porywaniem, hijacking
- αεροπορία στα πολωνικά - lotnictwo, lotnictwa, lotniczego, lotnicze, lotniczy
- αεροπόρος στα πολωνικά - pilot, lotnik, aviator, lotniczka, Pilota
Τυχαίες λέξεις
Αεροπλάνο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: samolot, płaszczyzna, powierzchnia, płaszczyzny, plane
Μεταφράσεις: samolot, płaszczyzna, powierzchnia, płaszczyzny, plane