Ακμή στα πολωνικά
Μετάφραση: ακμή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szczyt, korona, trądzik, trądziku, acne, wysypka, trądzikowej
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακμή
ακμή στην πλάτη, ακμή στα 40, ακμή συνώνυμο, ακμή κύβου, ακμή προσώπου, ακμή λεξικό γλώσσας πολωνικά, ακμή στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ακλόνητος στα πολωνικά - solidny, wytrzymały, mocny, niezłomny, pewny, niezachwiany, niezachwiana, ...
- ακμάζω στα πολωνικά - rozwijać, tusz, wymachiwać, zakwitnąć, kwitnąć, prosperować, zakrętas, ...
- ακμαίος στα πολωνικά - czynny, ruchliwy, żywy, aktywny, aktyw, realny, kwitnący, ...
- ακοή στα πολωνικά - słuchanie, słyszenie, wysłuchanie, próba, przesłuchanie, zmysł, słuch, ...
Τυχαίες λέξεις
Ακμή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szczyt, korona, trądzik, trądziku, acne, wysypka, trądzikowej
Μεταφράσεις: szczyt, korona, trądzik, trądziku, acne, wysypka, trądzikowej