Αναστενάζω στα πολωνικά
Μετάφραση: αναστενάζω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, wzdycha
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστενάζω
αναστενάζω αγγλικα, αναστενάζω βγαίνει φωτιά, αναστενάζω βγαίνει φωτιά στιχοι, αναστενάζω και πονώ, αναστενάζω μετάφραση, αναστενάζω λεξικό γλώσσας πολωνικά, αναστενάζω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αναστέλλω στα πολωνικά - odraczać, przerwać, przesuwać, zakańczać, odroczyć, przerywać, zawieszać, ...
- αναστατώνω στα πολωνικά - podniecenie, wzburzenie, podniecać się, wzburzyć się, fluster
- αναστεναγμός στα πολωνικά - celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, ...
- αναστηλώνω στα πολωνικά - rodzić, wywoływać, stojący, stawiać, budować, odtwarzać, restaurować, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναστενάζω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, wzdycha
Μεταφράσεις: celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, wzdycha