Ανιμισμός στα πολωνικά

Μετάφραση: ανιμισμός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
animizm, Animism, animizmem, animizmu
Ανιμισμός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανιμισμός

ανιμισμός ορισμός, σαμανισμός-ανιμισμός, ανιμισμός πληροφοριες, ανιμισμός θρησκεια, χριστιανικός ανιμισμός, ανιμισμός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ανιμισμός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ανιδιοτελής στα πολωνικά - niesamolubny, bezinteresowny, altruistyczny, bezinteresowna, bezinteresowne, bezinteresowną
  • ανικανότητα στα πολωνικά - ułomność, kalectwo, niepełnosprawność, ubezwłasnowolnienie, upośledzenie, inwalidztwo, niepełność, ...
  • ανισότητα στα πολωνικά - nierówność, nierównomierność, niewystarczalność, niestałość, nierówności, nierówne, nierównością
  • ανιχνευτής στα πολωνικά - rozpoznanie, badać, zwiadowca, skaut, harcerz, pionier, druh, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανιμισμός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: animizm, Animism, animizmem, animizmu