Αντιδρώ στα πολωνικά
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zareagować, reagować, reagują, reakcji, reaguje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, αντιδρώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα πολωνικά - zestawienie, uderzający kontrast
- αντιδραστήρας στα πολωνικά - reaktor, dławik, reaktora, reaktorze, w reaktorze, reaktorów
- αντιζηλία στα πολωνικά - rywalizacja, rywalizacji, rywalizację, współzawodnictwo, konkurencja
- αντιθετικός στα πολωνικά - antytetyczny, przeciwstawny, sprzeczny, antytetyczne
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zareagować, reagować, reagują, reakcji, reaguje
Μεταφράσεις: zareagować, reagować, reagują, reakcji, reaguje