Αποκληρώνω στα πολωνικά

Μετάφραση: αποκληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wydziedziczyć, wydziedziczać, wydziedziczenie, rozproszę, wydziedziczy, wygubię
Αποκληρώνω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκληρώνω

αποκληρώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, αποκληρώνω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αποκλειστικός στα πολωνικά - wyłączny, ekskluzywny, pierwszorzędny, wyłączne, wyłącznym, wyłączną
  • αποκλειστικότητα στα πολωνικά - ekskluzywny, pierwszorzędny, wyłączny, ekskluzywność, wyłączność, wyłączności, ekskluzywności
  • αποκολλώ στα πολωνικά - odczepić, oderwać, odłączać, odizolować, odseparować, oddzielać, odlepiać, ...
  • αποκοπή στα πολωνικά - odcięcie, amputacja, standard, norma, sztandar, poziom, wzorzec
Τυχαίες λέξεις
Αποκληρώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wydziedziczyć, wydziedziczać, wydziedziczenie, rozproszę, wydziedziczy, wygubię