Βέλος στα πολωνικά

Μετάφραση: βέλος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rzut, rzutek, gnać, strzała, rzutka, lecieć, ciskać, strzałka, oszczep, wpadać, rzucać, mapy arrow
Βέλος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βέλος

βέλοσ του χρόνου, βέλος ευβοίας, βέλος πλούταρχος στίχοι, βέλος στα αγγλικά, βέλοσ κορινθίασ, βέλος λεξικό γλώσσας πολωνικά, βέλος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βέβαια στα πολωνικά - niechybnie, oczywiście, pewnie, niewątpliwie, Naturalnie, rzecz jasna
  • βέβαιος στα πολωνικά - niejaki, niechybny, niezawodny, pewny, wiarygodny, pewien, na pewno, ...
  • βέργα στα πολωνικά - drąg, przyrząd, legawiec, strzałka, rózga, laska, wędka, ...
  • βέσπα στα πολωνικά - skuter, hulajnoga, scooter, skuter do, skuterów
Τυχαίες λέξεις
Βέλος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rzut, rzutek, gnać, strzała, rzutka, lecieć, ciskać, strzałka, oszczep, wpadać, rzucać, mapy arrow