Βοηθητικός στα πολωνικά

Μετάφραση: βοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posiłkowy, zapasowy, pomocniczy, pomocnicze, pomocniczego, pomocnicza, wspomagająca
Βοηθητικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοηθητικός

βοηθητικός χώρος ε9, βοηθητικός στο στρατό, βοηθητικόσ πάγκοσ κουζίνασ, βοηθητικός χώρος 4014, βοηθητικόσ χώροσ, βοηθητικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, βοηθητικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βοήθεια στα πολωνικά - pomagać, poprzeć, wspomagać, pomocnik, poczęstować, wesprzeć, poratowanie, ...
  • βοήθημα στα πολωνικά - pomoc, pomocnik, sprzyjać, pomagać, wsparcie, pomocy
  • βοηθός στα πολωνικά - poradzić, asystent, wspomagać, poratowanie, sukurs, podpowiadanie, zaradzać, ...
  • βοηθώ στα πολωνικά - pomoc, wspierać, pomagać, sprzyjać, wsparcie, pomocnik, asystować, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοηθητικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: posiłkowy, zapasowy, pomocniczy, pomocnicze, pomocniczego, pomocnicza, wspomagająca