Γερανός στα πολωνικά
Μετάφραση: γερανός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dźwignik, suwnica, dźwignica, dźwig, żuraw, crane, żurawia, dźwigu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γερανός
γερανός μηχάνημα, γερανός στη λάρνακα, γερανός ανύψωσης ασθενών, γερανός λάρνακα, γερανός οριγκάμι, γερανός λεξικό γλώσσας πολωνικά, γερανός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γεράνι στα πολωνικά - pelargonia, geranium, bodziszek, geraniowych, Geraniowego
- γερακάρης στα πολωνικά - sokolnictwo, Gerakaris
- γεροδεμένος στα πολωνικά - krzepki, tęgi, słuszny, cholerny, mocno zbudowany, spinania, strapping
- γεροντικός στα πολωνικά - starczy, starcze, starcza, starczą, starczej
Τυχαίες λέξεις
Γερανός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dźwignik, suwnica, dźwignica, dźwig, żuraw, crane, żurawia, dźwigu
Μεταφράσεις: dźwignik, suwnica, dźwignica, dźwig, żuraw, crane, żurawia, dźwigu