Γόνδολα στα πολωνικά
Μετάφραση: γόνδολα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
gondola, gondoli, gondolą, gondolowa, gondolowy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γόνδολα
πένθιμη γόνδολα, γόνδολα θεσσαλονίκη δελφών, τηλέφωνο γόνδολα, alcatel γόνδολα, γόνδολα ρόδος, γόνδολα λεξικό γλώσσας πολωνικά, γόνδολα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γόνατα στα πολωνικά - obieg, opłukiwać, zaleźć, otoczyć, żłopać, zakucie, pluskać, ...
- γόνατο στα πολωνικά - kolanko, kolano, kolana, kolan, kolanowego, stawu kolanowego
- γόνιμος στα πολωνικά - żyzny, owocny, owocujący, chlebodajny, rodny, plenny, płodny, ...
- γόνος στα πολωνικά - potomek, zraz, latorośl, szczep, pęd, scion, potomkiem, ...
Τυχαίες λέξεις
Γόνδολα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: gondola, gondoli, gondolą, gondolowa, gondolowy
Μεταφράσεις: gondola, gondoli, gondolą, gondolowa, gondolowy