Δαπανηρός στα πολωνικά

Μετάφραση: δαπανηρός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cenny, kosztowny, wspaniały, czasochłonny, drogi, kosztowne, kosztowna, kosztownym
Δαπανηρός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δαπανηρός

δαπανηρός συνώνυμο, δαπανηρός λεξικό γλώσσας πολωνικά, δαπανηρός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • δαπάνες στα πολωνικά - rozchód, wydatek, nakład, wydatkowanie, koszty, kosztów, koszt, ...
  • δαπάνη στα πολωνικά - kosztować, wydatek, oplatanie, nakład, ekonomiczność, kosztowanie, rozchód, ...
  • δασκάλα στα πολωνικά - bakałarz, docent, wychowawca, belfer, nauczyciel, nauczycielka, nauczycielem, ...
  • δασμοί στα πολωνικά - dług, dyżur, cło, służba, obowiązek, obciążenie, obowiązki, ...
Τυχαίες λέξεις
Δαπανηρός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: cenny, kosztowny, wspaniały, czasochłonny, drogi, kosztowne, kosztowna, kosztownym