Εκδρομή στα πολωνικά
Μετάφραση: εκδρομή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wypad, wycieczka, przechadzka, przejażdżka, wyprawa, wycieczki, wycieczkę
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκδρομή
εκδρομή στην πάτμο, εκδρομή αντ1, εκδρομή στους αγίους τόπους, εκδρομή πάσχα, εκδρομή χατζηγιάννης, εκδρομή λεξικό γλώσσας πολωνικά, εκδρομή στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- εκδικούμαι στα πολωνικά - odwzajemniać, pomścić, mścić, odpłacać, odpłacić się, wynagradzać, nagradzać, ...
- εκδοχή στα πολωνικά - przekład, wersja, wersji, wersję, version, w wersji
- εκδότης στα πολωνικά - wydawnictwo, wydawca, wydawcy, wydawcą, wydawcę
- εκδύομαι στα πολωνικά - zdejmować, muskać, disrobe, rozebrać
Τυχαίες λέξεις
Εκδρομή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wypad, wycieczka, przechadzka, przejażdżka, wyprawa, wycieczki, wycieczkę
Μεταφράσεις: wypad, wycieczka, przechadzka, przejażdżka, wyprawa, wycieczki, wycieczkę