Επισκοπή στα πολωνικά

Μετάφραση: επισκοπή, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
biskupstwo, episkopat, diecezja, diecezji, biskupstwa, diecezję, diecezją
Επισκοπή στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επισκοπή

επισκοπή ηράκλειο, επισκοπή ρωγών, επισκοπή νάουσας, επισκοπή ηράκλειο 70008, επισκοπή ημαθίας, επισκοπή λεξικό γλώσσας πολωνικά, επισκοπή στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • επισκευή στα πολωνικά - naprawić, naprawiać, naprawianie, reperacja, udawać, remont, reperować, ...
  • επισκιάζω στα πολωνικά - krasnoludek, krasnolud, karłowacieć, karzeł, pomniejszać, przygniatać, ograniczać, ...
  • επισκόπηση στα πολωνικά - sylwetka, charakterystyka, profil, relief, badanie, przegląd, badania, ...
  • επισπεύδω στα πολωνικά - gnać, prędkościomierz, szybkość, przyspieszać, osadzać, strącić, przyspieszyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Επισκοπή στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: biskupstwo, episkopat, diecezja, diecezji, biskupstwa, diecezję, diecezją