Εργατικός στα πολωνικά
Μετάφραση: εργατικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wytrwały, sumienny, pracowity, pilny, robotny, staranny, gorliwy, pracowici, pracowita, pracowite
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργατικός
εργατικός νόμος, εργατικός αγώνας blogspot, εργατικός αγώνας, εργατικός κώδικας, εργατικός τουρισμός, εργατικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, εργατικός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- εργασία στα πολωνικά - zajęcie, utwór, robota, działać, prać, robocizna, pracować, ...
- εργαστήριο στα πολωνικά - laboratorium, pracownia, laboratoryjny, laboratoryjne, laboratoryjnych
- εργοδηγός στα πολωνικά - nadzorca, sztygar, przodownik, brygadzista, starosta, mistrz, kierownik, ...
- εργοδότης στα πολωνικά - chlebodawca, zleceniodawca, chlebodawczyni, pracodawca, pracodawcy, pracodawcą, pracodawcę, ...
Τυχαίες λέξεις
Εργατικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wytrwały, sumienny, pracowity, pilny, robotny, staranny, gorliwy, pracowici, pracowita, pracowite
Μεταφράσεις: wytrwały, sumienny, pracowity, pilny, robotny, staranny, gorliwy, pracowici, pracowita, pracowite