Ευτυχισμένος στα πολωνικά

Μετάφραση: ευτυχισμένος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szczęśliwy, radosny, zadowolony, szczęśliwa, szczęśliwi, zadowoleni
Ευτυχισμένος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευτυχισμένος

ευτυχισμένος άνθρωπος, ευτυχισμένος πρίγκιπας, ευτυχισμένος που έκανε το ταξίδι του οδυσσέα σεφερης, ευτυχισμένος γάμος, ευτυχισμένος συνώνυμα, ευτυχισμένος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ευτυχισμένος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ευτυχία στα πολωνικά - błogostan, powodzenie, majętność, uszczęśliwienie, majątek, bogactwo, dorobek, ...
  • ευτυχισμένα στα πολωνικά - szczęśliwie, wesoło, szczęśliwy, zadowolony, szczęśliwa, szczęśliwi, zadowoleni
  • ευτυχώς στα πολωνικά - pomyślnie, szczęśliwie, szczęście, na szczęście
  • ευυπόληπτος στα πολωνικά - zaszczytny, poważny, renomowany, szanowany, renomowanych, renomowanej, renomowane
Τυχαίες λέξεις
Ευτυχισμένος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szczęśliwy, radosny, zadowolony, szczęśliwa, szczęśliwi, zadowoleni