Θηλυκός στα πολωνικά

Μετάφραση: θηλυκός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
samica, żeński, kobieta, kobiecy, obejmujący, samiczy, female, samice
Θηλυκός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θηλυκός

θηλυκός σκύλος, θηλυκός ιαβέρης, θηλυκός αχινός, θηλυκός δημήτρης, θηλυκός γάιδαρος, θηλυκός λεξικό γλώσσας πολωνικά, θηλυκός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • θηλαστικός στα πολωνικά - wykarmienie, osesek, niemowlę, ssaków, od ssaków, u ssaków, ssaczy, ...
  • θηλιά στα πολωνικά - zwitka, pętelka, kokarda, podwiązać, zapętlenie, pętla, obwód, ...
  • θηλυπρεπής στα πολωνικά - niemęski, tchórzliwy, słaby, zniewieściały, effeminate, zniewieściałym, zniewieściali, ...
  • θημωνιά στα πολωνικά - stóg, bróg, stos, komin, sterta, stosu
Τυχαίες λέξεις
Θηλυκός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: samica, żeński, kobieta, kobiecy, obejmujący, samiczy, female, samice