Καρπός στα πολωνικά
Μετάφραση: καρπός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
płód, owoc, owocować, owocowy, owoców, owoce, fruit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καρπός
καρπός δάφνης, καρπός χεριού, καρπός στα αγγλικά, καρπός κόλα, καρπός δρύπη, καρπός λεξικό γλώσσας πολωνικά, καρπός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- καρπαζώνω στα πολωνικά - blaszka, ścierka, klaps, łach, sójka, gałgan
- καρποφόρος στα πολωνικά - owocny, żyzny, owocujący, płodny, owocne, owocna, płodni
- καρτέρι στα πολωνικά - zasadzka, czyhać, zaczaić, pułapka, zasadzać, trap, pułapki, ...
- καρτερία στα πολωνικά - cierpliwość, wytrwałość, wytrzymałość, trwanie, Endurance, wytrzymałości
Τυχαίες λέξεις
Καρπός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: płód, owoc, owocować, owocowy, owoców, owoce, fruit
Μεταφράσεις: płód, owoc, owocować, owocowy, owoców, owoce, fruit