Κούρεμα στα πολωνικά
Μετάφραση: κούρεμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ostrzyżenie, strzyżenie, fryzura, ścięcie włosów, fryzury
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κούρεμα
κούρεμα 2014, κούρεμα ομολόγων, κούρεμα χρέους, κούρεμα ανδρικό, κούρεμα σκύλων, κούρεμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κούρεμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κούπα στα πολωνικά - kufel, dzban, kubek, ryj, facjata, obrabowywać, twarz, ...
- κούραση στα πολωνικά - znużenie, utrudzenie, męka, fatyga, zmęczenie, omdlałość, nużyć, ...
- κούρνια στα πολωνικά - żerdź, tyczka, rozwora, sadzać, nakładać, grzęda, okoń, ...
- κούρσα στα πολωνικά - wóz, drezyna, samochód, wyścig, rasa, prąd, bieg, ...
Τυχαίες λέξεις
Κούρεμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ostrzyżenie, strzyżenie, fryzura, ścięcie włosów, fryzury
Μεταφράσεις: ostrzyżenie, strzyżenie, fryzura, ścięcie włosów, fryzury