Λεία στα πολωνικά
Μετάφραση: λεία, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
grabić, zdobycz, łup, gładko, bezproblemowo, ofiara, żerować, nurtować, pastwa, booty, łupy, łupem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεία
λεία βιτάλη, λεία σεργάκη, λεία μαλλιά, λεία τορναρίτη, λεία επιφάνεια, λεία λεξικό γλώσσας πολωνικά, λεία στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λαϊκός στα πολωνικά - poczytny, popularny, ludowy, laik, laika, świecki, layman, ...
- λαύρα στα πολωνικά - ferwor, zapał, gorliwość, żarliwość, żar, Ławra, Lavra
- λείος στα πολωνικά - spokojny, sprawny, gładzić, łagodny, wyrównywać, wygładzać, miękki, ...
- λείψανα στα πολωνικά - resztki, zwłoki, pozostałości, szczątki, pozostałość
Τυχαίες λέξεις
Λεία στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: grabić, zdobycz, łup, gładko, bezproblemowo, ofiara, żerować, nurtować, pastwa, booty, łupy, łupem
Μεταφράσεις: grabić, zdobycz, łup, gładko, bezproblemowo, ofiara, żerować, nurtować, pastwa, booty, łupy, łupem