Μήκος στα πολωνικά
Μετάφραση: μήκος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dług, długość, długotrwałość, odcinek, staż, dystans, odległość, rozciągłość, kawałek, obszerność, długości
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μήκος
μήκος κύκλου, μήκος κύματος, μήκος λεπτού εντέρου, μήκος τόξου, μήκος πρόσοψης κτίσματος (μ.) (29), μήκος λεξικό γλώσσας πολωνικά, μήκος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- μέτωπο στα πολωνικά - przodek, czoło, czole, czoła, czołem, na czole
- μέχρι στα πολωνικά - aż, do, dopóki, dopóty, orać, uprawiać, kasa, ...
- μήλο στα πολωνικά - jabłko, jabłoń, apple, jabłoni, jabłka
- μήνας στα πολωνικά - miesiąc, miesiącu, miesiąca, miesięcznie, miesięczna
Τυχαίες λέξεις
Μήκος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dług, długość, długotrwałość, odcinek, staż, dystans, odległość, rozciągłość, kawałek, obszerność, długości
Μεταφράσεις: dług, długość, długotrwałość, odcinek, staż, dystans, odległość, rozciągłość, kawałek, obszerność, długości