Μηχανουργός στα πολωνικά

Μετάφραση: μηχανουργός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szwaczka, mechanik, maszynista, Machinist, mechanikiem
Μηχανουργός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μηχανουργός

μηχανουργός ιεκ, μηχανουργός λεξικό γλώσσας πολωνικά, μηχανουργός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μηχανικός στα πολωνικά - mechanika, inżynier, monter, mechanik, maszynista, instalator, zmajstrować, ...
  • μηχανισμός στα πολωνικά - moduł, mechanizm, mechanizmu, mechanizmem, mechanizmy
  • μιαίνω στα πολωνικά - zakazić, zanieczyścić, zanieczyszczać, skazić, zakażać, skażać, zanieczyszczają, ...
  • μιζέρια στα πολωνικά - bieda, dziadostwo, sknerstwo, ubóstwo, nędza, cierpienie, mizerota, ...
Τυχαίες λέξεις
Μηχανουργός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szwaczka, mechanik, maszynista, Machinist, mechanikiem