Μολύνω στα πολωνικά

Μετάφραση: μολύνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zarażać, infekować, skażać, zarazić, zakażać, zanieczyszczać, zainfekować, zanieczyścić, zakazić, skazić, infekowania
Μολύνω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μολύνω

μολύνω στα αγγλικα, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω συνώνυμο, μολύνω παρατατικός, μολύνω συνώνυμα, μολύνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, μολύνω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • μολυσματικός στα πολωνικά - wirusowy, infekcyjny, zakaźny, zakaźne, infekcyjne, infekcyjnego
  • μολύβι στα πολωνικά - temperówka, piórnik, kredka, ołówek, farbują, pencil, farbujÄ, ...
  • μομφή στα πολωνικά - krytyka, zarzut, wyrzut, wymówka, hańba, karcenie
  • μονάδα στα πολωνικά - część, jedynka, element, segment, agregat, zespół, rozdział, ...
Τυχαίες λέξεις
Μολύνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zarażać, infekować, skażać, zarazić, zakażać, zanieczyszczać, zainfekować, zanieczyścić, zakazić, skazić, infekowania