Ομολογώ στα πολωνικά
Μετάφραση: ομολογώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spowiadać, wyznać, kajać, wyspowiadać, potwierdzać, przyznać, oświadczać, przyznawać, wyznawać
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομολογώ
ομολογώ στίχοι, ομολογώ εν βάπτισμα εισ άφεσιν αμαρτιών, ομολογώ εν βάπτισμα, ομολογώ αντώνυμο, ομολογώ βαλάντης, ομολογώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, ομολογώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ομοιότητα στα πολωνικά - podobieństwo, podobieństwa, podobieństwem
- ομολογία στα πολωνικά - zasilanie, przyjęcie, przyznanie, dopuszczenie, widownia, wyznanie, dopływ, ...
- ομορφιά στα πολωνικά - uroda, piękno, urok, piękność, cudo, krasa, urody, ...
- ομοσπονδία στα πολωνικά - związek, federacja, federacji, federacją, federacyjny, federation
Τυχαίες λέξεις
Ομολογώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: spowiadać, wyznać, kajać, wyspowiadać, potwierdzać, przyznać, oświadczać, przyznawać, wyznawać
Μεταφράσεις: spowiadać, wyznać, kajać, wyspowiadać, potwierdzać, przyznać, oświadczać, przyznawać, wyznawać