Οχύρωση στα πολωνικά

Μετάφραση: οχύρωση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
fortyfikacja, obwarowanie, umocnienie, fortyfikacji, fortyfikacje, mury obronne
Οχύρωση στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οχύρωση

οχύρωση δεκέλειας, οχύρωση κωνσταντινούπολης, κυκλώπεια οχύρωση, οχύρωση λεξικό γλώσσας πολωνικά, οχύρωση στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • οχιά στα πολωνικά - sumator, żmija, viper, vipera, żmii, żmiję
  • οχυρό στα πολωνικά - warownia, cytadela, forteca, twierdza, twierdzy, gród
  • ούγια στα πολωνικά - odkaszlnięcie, obszycie, obrąbiać, brzeg, obrębiać, obrabiać, oblamowanie, ...
  • ούρα στα πολωνικά - uryna, mocz, moczu, w moczu, moczem
Τυχαίες λέξεις
Οχύρωση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: fortyfikacja, obwarowanie, umocnienie, fortyfikacji, fortyfikacje, mury obronne