Πίθηκος στα πολωνικά
Μετάφραση: πίθηκος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
naśladować, małpować, małpa, błaznować, monkey, małpy, w Monkey, małp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πίθηκος
πίθηκος wikipedia, πίθηκος κατοικίδιο, πίθηκος στο κινέζικο, πίθηκοσ 2013, πίθηκος ξουθ, πίθηκος λεξικό γλώσσας πολωνικά, πίθηκος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πήζω στα πολωνικά - grubieć, zgęstnieć, grudka, pogrubiać, ścinać, gęstnieć, zagęścić, ...
- πίεση στα πολωνικά - ucisk, przycisk, nacisk, gniecenie, napór, prężność, ciśnięcie, ...
- πίλος στα πολωνικά - czapka, kapelusz, osłona, nakładka, czepek, mycka, pokrywa, ...
- πίνακας στα πολωνικά - tabelka, oznaka, ostrzeżenie, wskazówka, poznaczyć, ogłoszenie, indykator, ...
Τυχαίες λέξεις
Πίθηκος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: naśladować, małpować, małpa, błaznować, monkey, małpy, w Monkey, małp
Μεταφράσεις: naśladować, małpować, małpa, błaznować, monkey, małpy, w Monkey, małp