Προσκτώμαι στα πολωνικά

Μετάφραση: προσκτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
afiliować, stowarzyszać, przyjmować, przyjąć, oddział, przyłączać, prosktomai
Προσκτώμαι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκτώμαι

προσκτώμαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, προσκτώμαι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • προσκομίζω στα πολωνικά - produkcja, wyprodukować, produkować, osiągać, dobywać, wytwarzać, produkt, ...
  • προσκρούω στα πολωνικά - zatarg, runąć, rozbieżność, starcie, chrzęst, zderzenie, ścierać, ...
  • προσκυνητής στα πολωνικά - wędrowiec, pątnik, pielgrzym, pielgrzymem, pielgrzymujący, pielgrzyma, pilgrim
  • προσκόλληση στα πολωνικά - przyleganie, adhezja, przywieranie, wierność, przyczepność, zrost, przynależność, ...
Τυχαίες λέξεις
Προσκτώμαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: afiliować, stowarzyszać, przyjmować, przyjąć, oddział, przyłączać, prosktomai