Ρέψιμο στα πολωνικά

Μετάφραση: ρέψιμο, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wybuch, buchać, beknięcie, rozładowanie, wybuchać, wypluwać, wyrzucać, cofka, odbijanie, belching, bekanie, miotającą, odbijanie się
Ρέψιμο στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρέψιμο

ρέψιμο βρέφους, ρέψιμο νεογέννητου, ρέψιμο στομάχι, ρέψιμο πόνος στο στήθος, ρέψιμο κλούβιο αυγό, ρέψιμο λεξικό γλώσσας πολωνικά, ρέψιμο στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ράφι στα πολωνικά - wyciągać, stojak, torturować, zębatka, statyw, szelf, podpierać, ...
  • ρέλι στα πολωνικά - bramować, skraj, pochrząkiwać, graniczyć, obrzeże, okantować, obramowanie, ...
  • ρέω στα πολωνικά - powódź, przepływ, ociekać, zalewać, strumyk, przypływ, broczyć, ...
  • ρήγας στα πολωνικά - król, damka, king, królem, króla, typu king
Τυχαίες λέξεις
Ρέψιμο στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wybuch, buchać, beknięcie, rozładowanie, wybuchać, wypluwać, wyrzucać, cofka, odbijanie, belching, bekanie, miotającą, odbijanie się