Φαρμακερός στα πολωνικά
Μετάφραση: φαρμακερός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wirulentny, jadowity, zły, złośliwy, zjadliwy, venomed
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φαρμακερός
φαρμακερός λεξικό γλώσσας πολωνικά, φαρμακερός στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- φαρδύς στα πολωνικά - ogólnokrajowy, szeroki, ogólny, łasy, rozległy, wszechstronny, obszerny, ...
- φαρμακείο στα πολωνικά - aptekarstwo, apteka, farmacja, farmakologia, drogeria, apteki, farmacji, ...
- φαρμακευτικός στα πολωνικά - apteczny, farmaceutyczny, farmakologiczny, farmaceutyczna, farmaceutyczną, farmaceutycznej, farmaceutyczne
- φαρμακοποιός στα πολωνικά - aptekarz, chemik, apteka, farmaceuta, apothecary, aptekarza, aptekarzem, ...
Τυχαίες λέξεις
Φαρμακερός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: wirulentny, jadowity, zły, złośliwy, zjadliwy, venomed
Μεταφράσεις: wirulentny, jadowity, zły, złośliwy, zjadliwy, venomed