Ωχρός στα πολωνικά

Μετάφραση: ωχρός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
blady, jesionowy, ziemisty, popielaty, iwa, żółtawy, sallow, ziemista
Ωχρός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωχρός

ωχρός σύνδεσμος, ωχρός συνώνυμο, ωχρός μυελός, ωχρός λεξικό γλώσσας πολωνικά, ωχρός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ωφέλιμος στα πολωνικά - dobroczynny, pożyteczny, zbawienny, korzystny, przydatny, użyteczny, przydatne, ...
  • ωφελώ στα πολωνικά - przynieść, pożytek, korzyść, pomagać, przynosić, ofelo
  • όαση στα πολωνικά - oaza, oazą, oasis, oazy, oazę
  • όγδοος στα πολωνικά - ósmy, ósma, ósmym, ósmego, ósme
Τυχαίες λέξεις
Ωχρός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: blady, jesionowy, ziemisty, popielaty, iwa, żółtawy, sallow, ziemista