Έκλυση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έκλυση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
emissões, libertação, lançamento, liberação, versão, de libertação
Έκλυση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκλυση

έκκληση ετυμολογία, έκλυση μεθανίου, έκλυση ραδιενέργειας, εκλυση συνώνυμο, έκλυση wiki, έκλυση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έκλυση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έκθεση στα πορτογαλικά - provar, experimentar, exposição, composição, ensaiar, foto, fotografia, ...
  • έκκληση στα πορτογαλικά - apelação, recurso, apelo, recorrido, de recurso
  • έκλυτος στα πορτογαλικά - libertino, dissoluto, devasso, jovial, rakish
  • έκπαγλος στα πορτογαλικά - ekpaglos
Τυχαίες λέξεις
Έκλυση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: emissões, libertação, lançamento, liberação, versão, de libertação