Έπαλξη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: έπαλξη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
muralha, ameia, battlement, parapeito, adarve
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έπαλξη
έπαλξη ορισμός, έπαλξη λεξικο, έπαλξη συνώνυμα, έπαλξη ανασυγκρότησης κέντρου, έπαλξη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έπαλξη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- έπαθλο στα πορτογαλικά - privilegiado, prêmio, prémio, prémios, prêmio de, prêmios
- έπαινος στα πορτογαλικά - louvar, glorificar, louvor, elogio, santificar, preconizar, pradaria, ...
- έπαρση στα πορτογαλικά - picar, orgulho, vaidade, presunção, conceito, arrogância, conceit
- έπαυλη στα πορτογαλικά - vila, Villa, vivenda, moradia, de vivenda
Τυχαίες λέξεις
Έπαλξη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: muralha, ameia, battlement, parapeito, adarve
Μεταφράσεις: muralha, ameia, battlement, parapeito, adarve