Έπαρση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: έπαρση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
picar, orgulho, vaidade, presunção, conceito, arrogância, conceit
Έπαρση στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έπαρση

έπαρση ορισμός, έπαρση συνωνυμα, έπαρση αντίθετο, έπαρση ετυμολογία, υπαρξη συνωνυμο, έπαρση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, έπαρση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • έπαινος στα πορτογαλικά - louvar, glorificar, louvor, elogio, santificar, preconizar, pradaria, ...
  • έπαλξη στα πορτογαλικά - muralha, ameia, battlement, parapeito, adarve
  • έπαυλη στα πορτογαλικά - vila, Villa, vivenda, moradia, de vivenda
  • έπειτα στα πορτογαλικά - após, tema, depois, trás, então, em seguida, seguida
Τυχαίες λέξεις
Έπαρση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: picar, orgulho, vaidade, presunção, conceito, arrogância, conceit