Ίνδαλμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ίνδαλμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ídolo, idol, ídolos, ídolo de, de ídolos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίνδαλμα
ίνδαλμα συνώνυμο, το ίνδαλμα, ίνδαλμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ίνδαλμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ίκτερος στα πορτογαλικά - icterícia, a icterícia, jaundice, iterícia, de icterícia
- ίνα στα πορτογαλικά - fibra, fibras, de fibra, fibra de, de fibras
- ίρις στα πορτογαλικά - íris, planto, irlanda, Iris, da íris, de íris, diafragma
- ίσιος στα πορτογαλικά - invejar, directamente, igual, similar, parecido, semelhante, armazenagem, ...
Τυχαίες λέξεις
Ίνδαλμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ídolo, idol, ídolos, ídolo de, de ídolos
Μεταφράσεις: ídolo, idol, ídolos, ídolo de, de ídolos