Αγοραστής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αγοραστής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
comprador, freguês, Compradora, Buyer, adquirente, o comprador
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αγοραστής
αγοραστήσ υπηρεσιών υγείασ, αγοραστής του 902, αγοραστής τέζα, η αγοραστής, προσωπικός αγοραστής, αγοραστής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αγοραστής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αγοράζω στα πορτογαλικά - aquisição, comprar, fantoche, compra, entrega, compre, compram
- αγορίστικός στα πορτογαλικά - pueril, de menino, infantil, menino, juvenil
- αγορεύω στα πορτογαλικά - arguir, adro, arrazoar, praça, pleitear, alegar, invocar, ...
- αγράμματος στα πορτογαλικά - analfabeto, iletrado, analfabetos, analfabeta, analfabetas
Τυχαίες λέξεις
Αγοραστής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: comprador, freguês, Compradora, Buyer, adquirente, o comprador
Μεταφράσεις: comprador, freguês, Compradora, Buyer, adquirente, o comprador