Ανιμισμός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ανιμισμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
animismo, O animismo, animism, do animismo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανιμισμός
ανιμισμός ορισμός, σαμανισμός-ανιμισμός, ανιμισμός πληροφοριες, ανιμισμός θρησκεια, χριστιανικός ανιμισμός, ανιμισμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανιμισμός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ανιδιοτελής στα πορτογαλικά - altruísta, abnegado, desinteressado, abnegada, desinteressada
- ανικανότητα στα πορτογαλικά - impotência, a impotência, impotence, da impotência, de impotência
- ανισότητα στα πορτογαλικά - desigualdade, a desigualdade, desigualdades, desigualdade de, da desigualdade
- ανιχνευτής στα πορτογαλικά - detetor, detector, detector de, do detector, detectores
Τυχαίες λέξεις
Ανιμισμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: animismo, O animismo, animism, do animismo
Μεταφράσεις: animismo, O animismo, animism, do animismo