Ανισότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ανισότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desigualdade, a desigualdade, desigualdades, desigualdade de, da desigualdade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανισότητα
ανισότητα στην εποχή της κρίσης θεωρητικές και εμπειρικές διερευνήσεις, ανισότητα jensen, ανισότητα του holder, ανισότητα στην εποχή της κρίσης, ανισότητα cauchy-schwarz, ανισότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανισότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ανικανότητα στα πορτογαλικά - impotência, a impotência, impotence, da impotência, de impotência
- ανιμισμός στα πορτογαλικά - animismo, O animismo, animism, do animismo
- ανιχνευτής στα πορτογαλικά - detetor, detector, detector de, do detector, detectores
- ανιχνεύω στα πορτογαλικά - rastrear, detectar, deter, desenhar, traço, calcar, descrever, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανισότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desigualdade, a desigualdade, desigualdades, desigualdade de, da desigualdade
Μεταφράσεις: desigualdade, a desigualdade, desigualdades, desigualdade de, da desigualdade