Αποδείξεις στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποδείξεις, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
constatar, evidenciar, provar, evidência, prova, provas, evidências, elementos de prova
Αποδείξεις στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποδείξεις

αποδείξεις 2014, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2013, αποδείξεις εφορίας 2014, αποδείξεις 2013, αποδείξεις μαθηματικών κατεύθυνσης γ λυκείου 2014, αποδείξεις λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποδείξεις στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αποδέχομαι στα πορτογαλικά - admitir, topar, consinta, concordar, a dotar, acolher, acatar, ...
  • αποδίδω στα πορτογαλικά - fazer, actuar, atributos, apresentar, designar, atribua, atributo, ...
  • αποδεικνύω στα πορτογαλικά - comprovar, assinalar, provar, ensaiar, experimentar, apresentar, demonstre, ...
  • αποδεκατίζω στα πορτογαλικά - dizimar, dizimam, dizimar as, dizimá, dizimará
Τυχαίες λέξεις
Αποδείξεις στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: constatar, evidenciar, provar, evidência, prova, provas, evidências, elementos de prova