Αρχιφύλακας στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αρχιφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sargento, diretor, guarda, Warden, guardião, carcereiro
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρχιφύλακας
αρχιφύλακας πμς, αρχιφύλακασ αδαμαντία σιάφλα, αρχιφύλακας νίκος γεωργακόπουλος, αρχιφύλακας στα αγγλικά, αρχιφύλακας λιόνα μαρία, αρχιφύλακας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρχιφύλακας στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αρχιτεκτονική στα πορτογαλικά - arquitectura, arquitetura, Arquitectura, arquitetura de, a arquitetura
- αρχιτεκτονικός στα πορτογαλικά - arquitetônico, arquitectónico, arquitetônica, arquitectura, arquitectónica
- αρωγή στα πορτογαλικά - capacete, ajuda, servidão, auxiliar, assistir, socorrer, criado, ...
- αρωματικός στα πορτογαλικά - aromático, aromática, aromatic, aromáticos, arom�ico
Τυχαίες λέξεις
Αρχιφύλακας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sargento, diretor, guarda, Warden, guardião, carcereiro
Μεταφράσεις: sargento, diretor, guarda, Warden, guardião, carcereiro