Αστικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
urbano, urânio, urbana, urbanos, urbanas
Αστικός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστικός

αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αστικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αστερισμός στα πορτογαλικά - constelação, constelação de, da constelação, constelação do
  • αστιγματικός στα πορτογαλικά - astigmatic, astigmática, astigmatismo, astigmãtico, astigmático
  • αστοχώ στα πορτογαλικά - faltar, falta, rapariga, falhar, menina, garota, trair, ...
  • αστράγαλος στα πορτογαλικά - tornozelo, artelho, do tornozelo, de tornozelo, no tornozelo, tornozelos
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: urbano, urânio, urbana, urbanos, urbanas