Αστός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αστός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
citadino, cidadão, de cidadão, um cidadão, cidadão de
Αστός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστός

αστός ορισμός, ο αστόσ, μέσος αστός, αστός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αστός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αστυνόμος στα πορτογαλικά - polícia, policial, marechal, Marshal, marechal de, o marechal, do marechal
  • αστυφύλακας στα πορτογαλικά - policial, polícia, Constable, condestável, guarda
  • ασυδοσία στα πορτογαλικά - imunidade, a imunidade, de imunidade, da imunidade, isenção
  • ασυλία στα πορτογαλικά - guarida, asilo, refúgios, refúgio, albergue, imunidade, a imunidade, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: citadino, cidadão, de cidadão, um cidadão, cidadão de