Βελτιώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: βελτιώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
refinar, realçar, apurar, referência, gravar, melhorar, grave, realce, aperfeiçoar, meliorate
Βελτιώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βελτιώνω

βελτιώνω συνώνυμο, βελτιώνω την πόλη μου αιτήματα παράπονα και προτάσεις πολιτών, βελτιώνω αντώνυμο, βελτιώνω την ορθογραφία μου, βελτιώνω αντίθετο, βελτιώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βελτιώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • βελτίωση στα πορτογαλικά - refinação, melhoria, melhora, melhoramento, aperfeiçoamento, a melhoria
  • βελτιώνομαι στα πορτογαλικά - aprisionar, melhorar, reparar, aperfeiçoar, meliorate
  • βελόνα στα πορτογαλικά - precisar, agulha, alfinete, necessidade, necessitar, da agulha, agulhas, ...
  • βενζίνη στα πορτογαλικά - gás, alho, petrificar, gasolina, benzina, a gasolina, de gasolina, ...
Τυχαίες λέξεις
Βελτιώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: refinar, realçar, apurar, referência, gravar, melhorar, grave, realce, aperfeiçoar, meliorate