Γενικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: γενικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
todo, totalitário, geral, universal, total, inteiro, sobre, general, gerais, em geral
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενικός
γενικός γραμματέας κυβέρνησης, γενικός δείκτης χα, γενικός γραμματέας αποκεντρωμένης διοίκησης κρήτης, γενικός οικοδομικός κανονισμός, γενικός κανονισμός λιμένα, γενικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γενικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- γενικά στα πορτογαλικά - generalizar, geralmente, geral, em geral, modo geral
- γενική στα πορτογαλικά - geral, general, gerais, em geral
- γενικότητα στα πορτογαλικά - generalidade, generalização, a generalidade, de generalidade
- γεννήτρια στα πορτογαλικά - gerador, gerador de, do gerador, do gerador de, geradores
Τυχαίες λέξεις
Γενικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: todo, totalitário, geral, universal, total, inteiro, sobre, general, gerais, em geral
Μεταφράσεις: todo, totalitário, geral, universal, total, inteiro, sobre, general, gerais, em geral