Διαδραματίζω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διαδραματίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vir, advir, pender, incidir, acontecer, haver, jogar, desempenhar, reproduzir, tocar, desempenham
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαδραματίζω
διαδραματίζω ορισμός, διαδραματίζω προταση, διαδραματίζω βικιλεξικο, διαδραματίζω αγγλικά, διαδραματίζω ρόλο, διαδραματίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαδραματίζω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διαδοχή στα πορτογαλικά - sucessão, sucessivamente, de sucessão, sucessões, a sucessão
- διαδοχικός στα πορτογαλικά - sucessional, successional, sucessão, de sucessão, sucessionais
- διαδρομή στα πορτογαλικά - caminho, senda, vereda, estrada, patente, levantar, via, ...
- διαζύγιο στα πορτογαλικά - divorciar, divórcio, divisão, o divórcio, de divórcio, do divórcio
Τυχαίες λέξεις
Διαδραματίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: vir, advir, pender, incidir, acontecer, haver, jogar, desempenhar, reproduzir, tocar, desempenham
Μεταφράσεις: vir, advir, pender, incidir, acontecer, haver, jogar, desempenhar, reproduzir, tocar, desempenham