Διαλογισμός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: διαλογισμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contemplação, contemplation, a contemplação, da contemplação, de contemplação
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαλογισμός
διαλογισμός κενού, διαλογισμός θεσσαλονίκη, διαλογισμός ταξίδι στο εδώ και τώρα, διαλογισμός ζεν, διαλογισμός αθήνα, διαλογισμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, διαλογισμός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- διαλανθάνω στα πορτογαλικά - elucidar, aclarar, encalhado, cadeia, cadeia simples, de cadeia, stranded
- διαλογίζομαι στα πορτογαλικά - especular, espectador, especulam, speculate, especulamos, especulações
- διαλυτός στα πορτογαλικά - solúvel, solúveis, solúvel em, sol�el, solúveis em
- διαλύω στα πορτογαλικά - dissolva, desmontar, desarrumar, dissipação, dissolver, macerar, macerado, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαλογισμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: contemplação, contemplation, a contemplação, da contemplação, de contemplação
Μεταφράσεις: contemplação, contemplation, a contemplação, da contemplação, de contemplação