Δυσανάγνωστος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δυσανάγνωστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ilegível, ilegíveis, indecifrável, ilegíveis por
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυσανάγνωστος
δυσανάγνωστοσ μετάφραση, δυσανάγνωστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δυσανάγνωστος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δυο στα πορτογαλικά - duas, dois, torção, de dois, de duas
- δυσάρεστος στα πορτογαλικά - desagradável, desembale, desembalar, desagradáveis, disagreeable, desagradable
- δυσαρέσκεια στα πορτογαλικά - descontentamento, desgosto, desagrado, desprazer, displeasure
- δυσαρεστώ στα πορτογαλικά - desgostar, expor, exposição, desprazer, ofender, contrariar, desagradar, ...
Τυχαίες λέξεις
Δυσανάγνωστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: ilegível, ilegíveis, indecifrável, ilegíveis por
Μεταφράσεις: ilegível, ilegíveis, indecifrável, ilegíveis por