Εγγυητής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εγγυητής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fiador, avalista, garante, garantia, garantidor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγγυητής
εγγυητής σε επαγγελματική μίσθωση, εγγυητής και υπερχρεωμένα νοικοκυριά, εγγυητής σε σύμβαση μίσθωσης, εγγυητής σε δάνειο, εγγυητής δανείου, εγγυητής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εγγυητής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εγγράφομαι στα πορτογαλικά - registo, registrar, matricular, região, documentar, registar, matriculate, ...
- εγγραφή στα πορτογαλικά - registos, gravação, de gravação, gravação de, a gravação, registo
- εγγυώμαι στα πορτογαλικά - garantir, crescimento, garantia, afiançar, garantia de, de garantia, garantias
- εγγύηση στα πορτογαλικά - afiançar, garantia, crescimento, garantir, garantia de, de garantia, garantias
Τυχαίες λέξεις
Εγγυητής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fiador, avalista, garante, garantia, garantidor
Μεταφράσεις: fiador, avalista, garante, garantia, garantidor