Εκκενώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εκκενώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
limpar, vago, puro, remoção, evacue, purgar, europeu, desocupar, esgotar, exaurir, empobrecem, esgotam, esgota
Εκκενώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκενώνω

εκκενώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκκενώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εκκαθαριστής στα πορτογαλικά - destinatário, liquidante, liquidatário, síndico, o liquidatário
  • εκκεντρικός στα πορτογαλικά - bizarro, esquisito, excêntrico, barroco, adoentado, irritadiço, cranky, ...
  • εκκλησία στα πορτογαλικά - igrejas, igreja, templo, Church, da igreja, igreja de, de igreja
  • εκκλησίασμα στα πορτογαλικά - congregação, assembleia, igreja, congregation
Τυχαίες λέξεις
Εκκενώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: limpar, vago, puro, remoção, evacue, purgar, europeu, desocupar, esgotar, exaurir, empobrecem, esgotam, esgota