Εκπαίδευση στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εκπαίδευση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
educação, ensino, a educação, formação, de educação
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκπαίδευση
εκπαίδευση και δια βίου μάθηση 2014, εκπαίδευση κουταβιού, εκπαίδευση εκπαιδευτών, εκπαίδευση σκύλων, εκπαίδευση και δια βίου μάθηση, εκπαίδευση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εκπαίδευση στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εκπέμπω στα πορτογαλικά - transmissão, irradiar, raça, eminente, radiar, emita-se, emitir, ...
- εκπίπτω στα πορτογαλικά - cair, deduza, baixar, tirar, fiel, deduzir, descontar, ...
- εκπαιδευτής στα πορτογαλικά - instrutor, instrutor de, professor, instrutor da, instrutora
- εκπαιδευτικός στα πορτογαλικά - educacional, educativo, educativa, educacionais, de ensino
Τυχαίες λέξεις
Εκπαίδευση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: educação, ensino, a educação, formação, de educação
Μεταφράσεις: educação, ensino, a educação, formação, de educação